Μετά το Θωμά Λιακουνάκο, ήλθε η σειρά του “βασιλιά της μπαταρίας”, Πάνου Γερμανού, να κάτσει το ειδώλιο για την υπόθεση με τις μίζες στα εξοπλιστικά επί υπουργίας Άκη Τσοχατζόπουλου. Με βούλευμά του το Συμβούλιο Εφετών, αποδεχόμενο πρόταση της εισαγγελέως Εφετών Ευγενίας Κυβέλου, διατάσσουν να παραπεμφθούν σε δίκη για τις κατηγορίες, ανά περίπτωση, της απιστίας από κοινού, παθητικής και ενεργητικής δωροδοκίας κατ’ εξακολούθηση και νομιμοποίησης εσόδων από παράνομη δραστηριότητα οι: Ιωάννης Σμπώκος πρώην επικεφαλής της Διεύθυνσης Εξοπλισμών του ΥΕΘΑ, Γιώργος Κάμαρης στέλεχος επιχειρήσεων, ο επιχειρηματίας Πάνος Γερμανός και οι αδελφοί Γιώργος και Πιερ Χριστοδουλίδης, διαχειριστές περιουσιακών στοιχείων. Η υπόθεση αφορά διακίνηση μέρους παράνομων αμοιβών από την αγορά των ρωσικών αντιαεροπορικών συστημάτων TORM1, μέσω της εταιρείας CLAVIS… Δύο επιχειρηματίες φαινομενικά εντελώς άσχετοι μεταξύ τους -όσο άσχετοι μπορεί να είναι δύο επιχειρηματίες στο “στενό” ελληνικό επιχειρηματικό γίγνεσθαι- βρίσκονται μπλεγμένοι στο ίδιο γαϊτανάκι αποκαλύψεων και κατηγοριών με επίκεντρο τις μίζες για τα εξοπλιστικά. Ο Θωμάς Λιακουνάκος βρίσκεται προφυλακισμένος και ο Πάνος Γερμανός είναι ένα βήμα πριν από το “σκαμνί”. Ποια είναι, όμως, η μεταξύ τους σχέση σ’ αυτόν το λαβύρινθο αποκαλύψεων και διακίνησης χρήματος που μοιάζει να μην έχει αρχή, μέση και τέλος;
Θέλει πολύ σύνθετη σκέψη και πάνω απ’ όλα τεράστια υπομονή για να ξετυλίξει κανείς το κουβάρι γύρω από τις μίζες για τα εξοπλιστικά και τις διαδρομές του μαύρου χρήματος που παρήχθη από αυτές. Οι ανακριτές που ανέλαβαν την υπόθεση, φαίνεται ότι διαθέτουν και από τα δύο, αν και πολύ συχνά ακόμα και οι ίδιοι -όσο προετοιμασμένοι για τα πάντα κι αν ήταν- μένουν μ’ ανοιχτό το στόμα με τα όσα αποκαλύπτονται βήμα-βήμα. Στο επίκεντρο την υπόθεσης φυσικά, δύο πρόσωπα πολύ γνωστά, ο Άκης Τσοχατζόπουλος και ο Γιάννης Σμπώκος. Γύρω από αυτούς είχε στηθεί το γαϊτανάκι, στο οποίο πλέον εμπλέκονται πολλά και ηχηρά ονόματα. Ο Γιάννης Σμπώκος είχε στο όνομά του την εταιρεία Clavis, στην οποία, όπως αποκαλύπτεται, φέρεται να κατέθετε μεγάλα ποσά η εταιρεία AXON του επιχειρηματία Θωμά Λιακουνάκου. Η πληροφορία αυτή άνοιξε το δρόμο στους ανακριτές για να «δέσουν» μεγάλα ονόματα της επιχειρηματικής και πολιτικής ζωής με τις παράνομες συναλλαγές, τις δωροδοκίες και τις μίζες που αποσπούσαν, μοιράζονταν και διακινούσαν όταν υπέγραφαν αγορές οπλικών συστημάτων. Η δεύτερη παράμετρος της εξίσωσης, αφορά την εμπλοκή του Πάνου Γερμανού, ενός εκ των ισχυρότερων Ελλήνων επιχειρηματιών, στην υπόθεση. Και μάλιστα σε παράπλευρη σχέση με τα ίδια χρήματα που έφευγαν από τον Λιακουνάκο προς τον Σμπώκο. Ο Πάνος Γερμανός είχε δεχτεί στους προσωπικούς του λογαριασμούς ποσά εκατομμυρίων σε ευρώ και αμερικανικά δολάρια από την Clavis και είναι πλέον μεταξύ των κατηγορουμένων στην υπόθεση των μιζών που διακινήθηκαν για το πρόγραμμα των ρωσικών αντιαεροπορικών TOR-M1.
Ο συνδετικός κρίκος: Ο 82χρονος “μη εκτελεστικός πρόεδρος” της Multirama
Το πρόσωπο που έδεσε τον Πάνο Γερμανό με τον Γιάννη Σμπώκο και τον Θωμά Λιακουνάκο είναι ο 82χρονος Γιώργος Κάμαρης. Ο Κάμαρης, επιστήθιος φίλος του Σμπώκου, κατηγορείται ότι μετέφερε εκατομμύρια ευρώ που προέρχονταν από μίζες των εξοπλιστικών σε προσωπικό λογαριασμό του επιχειρηματία Πάνου Γερμανού. Μάλιστα, ο Κάμαρης είχε διατελέσει και μη εκτελεστικός πρόεδρος της εταιρείας του Γερμανού, Multirama. Πέντε χρόνια αφότου εισέπραξε ποσά 2 εκατομμυρίων δολαρίων και 1 εκατομμυρίου ευρώ, ο Πάνος Γερμανός έστειλε έμβασμα 2 εκατομμυρίων δολαρίων προς λογαριασμό που διατηρούσε εταιρεία του καταδικασθέντος Γιώργου Σαχπατζίδη στην Ιταλία, χρήματα τα οποία εικάζεται ότι στη συνέχεια διοχετεύθηκαν προς τον Άκη Τσοχατζόπουλο… Ο Γιώργος Κάμαρης, «δεινός κολυμβητής» όπως τον περιέγραψε στο απολογητικό του υπόμνημα ο Πάνος Γερμανός, ήταν παλιός φίλος του φυλακισμένου Γιάννη Σμπώκου. Ο Σμπώκος, πρώην γενικός διευθυντής Εξοπλισμών, θεωρείται από τα κεντρικά πρόσωπα του συστήματος που αποσπούσε μίζες για κάθε εξοπλιστικό πρόγραμμα που υπέγραφε. Επί θητείας του, άλλωστε, το υπουργείο Εθνικής Άμυνας αγόραζε όπλα περίπου σαν να προετοιμαζόταν για τον Γ’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Το επόμενο μέλημα των Σμπώκου και Τσοχατζόπουλου ήταν πώς θα κρύψουν τα ίχνη τους, μεταβιβάζοντας τις μίζες που είχαν εισπράξει από εταιρεία σε εταιρεία και από πρόσωπο σε πρόσωπο ώστε να νομιμοποιήσουν το βρόμικο χρήμα. Στην προσπάθειά τους αυτή χρησιμοποίησαν μια σειρά από πρόσωπα, μεταξύ των οποίων ο Κάμαρης που κατηγορείται για νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα. Μέσω της εταιρείας Clavis, την οποία είχε ιδρύσει περί το 1996 έπειτα από παρότρυνση του Σμπώκου, διακινήθηκαν πολλά εκατομμύρια που κατατίθεντο από εξωχώριες εταιρείες άλλων ενδιάμεσων κρίκων στη διαδικασία «λεύκανσης» των χρημάτων από τις μίζες, αλλά και χρήματα που έστελνε ο Κάμαρης σε άλλους. Η Clavis πέρασε περίπου 3 εκατομμύρια σε προσωπικό λογαριασμό του Πάνου Γερμανού στο υποκατάστημα της τράπεζας EFG Eurobank Ergasias στην Πλάκα.
Το πάρε-δώσε του μαύρου χρήματος…
Ουσιαστικά, λοιπόν, και για να πούμε τα πράγματα με το όνομά τους, ο Πάνος Γερμανός κατηγορείται ότι “ξέπλενε” χρήματα που κατατίθεντο από διάφορους (ανάμεσά τους και ο ο Θωμάς Λιακουνάκος) ως μίζες, πριν αυτά φτάσουν “καθαρά” πλέον στα χέρια του Άκη και του Σμπώκου. Υπερασπιζόμενος τον εαυτό του, ο Πάνος Γερμανός υποστήριξε ότι δεν είχε ιδέαν πώς τα χρήματα προέρχονταν από μίζες. “Θα έπρεπε να είμαι ανόητος για να κάνω τέτοιες ανοιχτές συναλλαγές με μαύρα χρήματα”, είπε χαρακτηριστικά. Αντιλαμβανόμενος ωστόσο ότι στον λογαριασμό του είχε λάβει 3 εκατομμύρια ευρώ “δύσοσμου χρήματος”, ο επιχειρηματίας προέβη αυθορμήτως σε επιστροφή του ποσού στο Ελληνικό Δημόσιο. Μάλιστα, έκανε δωρεά στο Ελληνικό Δημόσιο όλο το ποσό καταβάλλοντας ακόμη και τους τόκους. Ο πρώην ιδιοκτήτης των καταστημάτων «Γερμανός» ήξερε ότι δεν αθωώνεται ούτε και σβήνει την εμπλοκή του στην υπόθεση δωρίζοντας τις μίζες που είχαν εισπράξει οι Σμπώκος και Τσοχατζόπουλος, αλλά προφανώς επιδίωξε να ισχυροποιήσει την υπερασπιστική του θέση και να καταδείξει τον ισχυρισμό του ότι ο ίδιος δεν γνώριζε την άνομη προέλευση των χρημάτων. «Δεν είχα λόγο να εμπλακώ σε ξέπλυμα», διεμήνυσε σε όλους τους τόνους ο Γερμανός. Γεγονός παραμένει ότι από τα τραπεζικά έγγραφα της Clavis προκύπτει ότι η εταιρεία είχε συναλλαγές, μεταξύ άλλων, με την ΑΧΟΝ του Λιακουνάκου. «Τα χρήματα στον Τσοχατζόπουλο θα τα έδιναν οι κατασκευάστριες εταιρείες τις οποίες εκπροσωπούσε ο Λιακουνάκος. Τα χρήματα στον Σμπώκο θα τα έδινε ο Λιακουνάκος», έχει πει ο προφυλακισμένος Αντώνης Κάντας, πρώην αναπληρωτής διευθυντής Εξοπλισμών, που έχει καταγγείλει, μεταξύ άλλων, ότι ο ιδιοκτήτης της AXON τού παρέδωσε 600.000 ευρώ σε μετρητά μέσα σε ένα σακ βουαγιάζ…
Η προσωπική σχέση
Επισήμως, πάντως, ο Πάνος Γερμανός και ο Θωμάς Λιακουνάκος δεν είχαν συνεργαστεί ποτέ. Άλλο το αντικείμενο του ενός και άλλο του άλλου, όσο κι αν τα δύο αντικείμενα φαίρεται να βρήκαν σημείο τομής μέσα στους δαιδάλους της πορείας του μαύρου χρήματος των εξοπλιστικών. Επίσης, διαφορετική ήταν και η επιχειρηματική τους, αλλά και η προσωπική τους φιλοσοφία. Ο Πάνος Γερμανός ήταν πάντα επιχειρηματίας “ελεγχόμενου ρίσκου”, και όπως ξέρουν όλοι κάθε του επιχειρηματική κίνηση είναι πολύ προσεκτική. Πάντα, επίσης, είχε τα μάτια του στραμμένα προς τα “έξω”, κάνοντας τεράστια ανοίγματα στις αναδυόμενες αγορές, όπως αυτή της Πολωνίας, στην οποία με την εταιρεία κινητής τηλεφωνίας PLAY, έγινε ένας από τους βασικούς παίχτες της αγοράς. Το ίδιο έκανε και με την εταιρεία Sunlight Systems (μπαταρίες), που έχει έδρα στην Ξάνθη και κατάφερε να πουλάει μπαταρίες για υποβρύχια μέχρι και στους… Γερμανούς. Στην προσωπική του ζωή παρέμεινε πάντα ένας άνθρωπος με ιδιαίτερα χαμηλό προφίλ και άγνωστος στο ευρύ κοινό, κάτι που του επιτρέπει ακόμα και σήμερα να μετακινείται με το μετρό όταν βρίσκεται στην Αθήνα. Αυτό το προφίλ του, το οποίο δεν είναι τεχνητό, αλλά έμφυτο, όπως λένε όσοι τον ξέρουν, τον έκανε πάντα να αποφεύγει τις κοινωνικές συναναστροφές με ανθρώπους όπως ο Θωμάς Λιακουνάκος που εκινείτο πάντα στον αντίποδα, με υπερβολική κοινωνική και προσωπική έκθεση και προβολή. Αν και οι δύο άντρες γνωρίζονται προσωπικά και μάλιστα το επιχειρηματικό παρασκήνιο επιμένει ότι ο Λιακουνάκος πρότεινε επίμονα στο παρελθόν στον Γερμανό να συνεργαστούν, εκείνος το απέφυγε, όπως άλλωστε αποφεύγει κάθε είδους συνεταιρισμούς σε προσωπικό επίπεδο. Με τον ίδιο τρόπο απέφυγε ευγενικά και κάθε πρόσκληση του ζεύγους Λιακουνάκου για διακοπές στη Μύκονο, τις “χρυσές” εποχές, όταν η επιχειρηματική επιφάνεια “αναμετριόταν” στην Ψαρού. Πηγές από το περιβάλλον του Γερμανού αναφέρουν ότι σε επίπεδο προσωπικής επιλογής ο Πελοποννήσιος επιχειρηματίας και οικονομολόγος, δεν είχε πολλά κοινά με τον Λιακουνάκο, αν και εκτιμούσε σε ένα βαθμό τις επιχειρηματικές του προσπάθειες. Και το σημείο που βρίσκονται σήμερα, πάντως, καταδεικνύει για μια ακόμη φορά ότι ο Πάνος Γερμανός επέδειξε μεγαλύτερη σύνεση, αν και τα δύσκολα και για τους δύο είναι μπροστά τους.
Τα μεγάλα deals του “άρχοντα της μπαταρίας”
* Το 1980 ίδρυσε το πρώτο κατάστημα “ΓΕΡΜΑΝΟΣ” στο κέντρο της Αθήνας, το οποίο, μέσα από σημαντικές συμφωνίες και συνέργειες, εξέλιξε σε ένα μοναδικό success story με περισσότερα από 1.000 καταστήματα στη Νοτιανατολική Ευρώπη. Δημιούργησε, μέχρι το 2006, το μεγαλύτερο δίκτυο λιανικών πωλήσεων κινητής τηλεφωνίας στη Νοτιοανατολική Ευρώπη με περισσότερους από 5.000 εργαζομένους και καταστήματα σε επτά χώρες.
* Το 2004 προχώρησε στην πώληση της Unitel στο Ουζμπεκιστάν, ενώ το 2006 προχώρησε τόσο στην πώληση του μεριδίου του στα ΚΑΕ, όσο και της ναυαρχίδας του Ομίλου, του δικτύου «ΓΕΡΜΑΝΟΣ». Η πώληση των καταστημάτων ΓΕΡΜΑΝΟΣ στην COSMOTE αποτέλεσε τότε τη μεγαλύτερη εξαγορά των τελευταίων ετών μεταξύ δύο αμιγώς ελληνικών εταιρειών του Χρηματιστηρίου Αθηνών και δημιούργησε ένα νέο κλίμα τόσο στη χρηματιστηριακή όσο και στην αγορά των τηλεπικοινωνιών.
* Κομβικό σημείο στην επιχειρηματική του πορεία υπήρξε, το 1991, η εξαγορά του Βιομηχανικού Συγκροτήματος SUNLIGHT, την οποία έχει σήμερα μετατρέψει σε μια ισχυρή ελληνική εξαγωγική εταιρεία.
* Είναι βασικός μέτοχος της αλυσίδας καταστημάτων MULTIRAMA και κύριος μέτοχος της αλυσίδας καταστημάτων PUBLIC. Στον τομέα του ηλεκτρονικού εμπορίου έχει αναπτύξει την εταιρεία GETITNOW, ενώ είναι βασικός μέτοχος στη WESTNET, που κατέχει σημαντικό μερίδιο στην αγορά χονδρεμπορίου προϊόντων πληροφορικής.
* Στο διεθνή επιχειρηματικό στίβο, είναι κύριος μέτοχος της εταιρείας κινητής τηλεφωνίας PLAY στην Πολωνία.http://iciao.gr/